Το ερώτημα αυτό, αλλά και τις περαιτέρω ανάγκες και πιθανές εξελίξεις στην Ευρωζώνη προσπάθησαν να διερευνήσουν ειδικοί ερευνητές σε συζήτηση που διοργάνωσαν στις Βρυξέλλες το Ινστιτούτο της Κολωνίας για τη Γερμανική Οικονομία (IWKöln) και το Ίδρυμα – Κόνραντ – Αντενάουερ την Τετάρτη, 15 Μαΐου 2013.
Στη συζήτηση έλαβαν μέρος εκτός των: Μίχαελ Χύτερ, διευθυντή του Ινστιτούτου της Κολωνίας, και Ματίας Σέφερ, επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου του Ιδρύματος – Κόνραντ – Αντενάουερ, ο Ντάνιελ Γκρος, διευθυντής του Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών (CEPS) καθώς και ο Γκούντραμ Βολφ, υποδιευθυντής του Ινστιτούτου Μπρόιγκελ των Βρυξελλών (Bruegel Institut).
Ο Γερμανός οικονομολόγος Ντάνιελ Γκρος αμφισβήτησε ότι θα λειτουργήσει επί μακρόν μια «πιο διευρυμένη δημοσιονομική πειθαρχία» στην Ευρώπη. Αντίθετα απέδωσε μεγαλύτερη σημασία στη δημιουργία ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης για να τεθούν υπό έλεγχο τα δημοσιονομικά προβλήματα στις χώρες της κρίσης.
Με τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης συμφώνησε και ο Μίχαελ Χύτερ, διευθυντής του Ινστιτούτου της Κολωνίας. Και μάλιστα επισήμανε ότι η τραπεζική ένωση θα καθιστούσε περιττή τη δημοσιονομική ένωση, για την υλοποίηση της οποίας το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας απεφάνθη επανειλημμένα ότι ‘υφίστανται μηδαμινά νομικά περιθώρια’.
Ο Ματίας Σέφερ, εκπρόσωπος του Ιδρύματος – Κόνραντ – Αντενάουερ, εξέφρασε την άποψη πως η ευρωπαϊκή δημοσιονομική ένωση θα έχει τα ίδια προβλήματα με εκείνα που αντιμετωπίζει σήμερα ‘ο μηχανισμός χρηματοδότησης και δημοσιονομικής σύγκλισης’ των γερμανικών κρατιδίων: δεν θα προσφέρει κανένα κίνητρο νοικοκυρέματος των δημοσιονομικών ελλειμμάτων στα κράτη – μέλη, που είναι ‘καθαροί αποδέκτες’, όπως ακριβώς συμβαίνει με τα γερμανικά κρατίδια που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Η διέξοδος από την ευρωκρίση περνά, σύμφωνα με τον κ. Σέφερ, από τη νοικοκυρεμένη διαχείριση των δημοσιονομικών.
Τέλος ο Γκούντραμ Βολφ, από το Ινστιτούτο Μπρόιγκελ, αμφισβητεί ότι θα έχει τελικά επιτυχία η ‘ταχεία μείωση’ των κρατικών και οικονομικών ελλειμμάτων στις χώρες της κρίσης ‘στο πρότυπο των Βαλτικών χωρών’.
Ο κ. Βολφ εκτιμά για πολλοστή φορά ότι οι αγορές στη Ν. Ευρώπη δεν διαθέτουν την ίδια ευελιξία με εκείνες των Βαλτικών χωρών και οι συνέπειες της εμμονής σε ένα αυστηρό σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης θα είναι ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση της εθνικής οικονομίας και υψηλότερη ανεργία.
Η ένσταση του υποδιευθυντή του έγκριτου Ινστιτούτου Μπρόιγκελ παραπέμπει στην πολυσέλιδη μελέτη «αξιολόγησης της βοήθειας της ΕΕ και του ΔΝΤ προς τις χώρες της Ευρωζώνης» του ινστιτούτου που συνυπογράφει και δημοσιεύθηκε την Πέμπτη, 16.05.2013.
Στη μελέτη αναφέρεται με σαφήνεια ότι «οι κρίσεις που εκτυλίχθηκαν από το 2010 και μετά βρήκαν την ΟΝΕ ανέτοιμη» και ότι «η Ελλάδα υποφέρει ακόμη επειδή έτυχε να είναι η πρώτη χώρα που βρέθηκε σε ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης όντας μέλος μιας νομισμαστικής ένωσης παντελώς απροετοίμαστης για μια κρίση.»
Στην ίδια μελέτη αξιολογείται ως πιο ρεαλιστική η τακτική που ακολούθησε η ΕΕ έναντι της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, αλλά υπογραμμίζεται πως η Ελλάδα έχει και είχε σοβαρότερα εγγενή διοικητικά και πολιτικά προβλήματα. Επίσης η ανεργία στην Ελλάδα και την Πορτογαλία δεν προκλήθηκε μόνον από τα μέτρα λιτότητας, αλλά και από τη δυσλειτουργία στην αγορά εργασίας.
Το καταληκτικό πόρισμα της μελέτης είναι πως «η βραχυπρόθεσμη οικονομική προοπτική της χώρας παραμένει ζοφερή».