Μεγάλη, ουσιαστική και πάνω από όλα ποιοτική. Με αυτά τα λόγια μπορεί να περιγράψει κανείς τη φετινή παρουσία της Ελλάδας στην μεγαλύτερη έκθεση ποτών και τροφίμων του κόσμου, στην Anuga της Κολωνίας
Περισσότερες από 200 επιχειρήσεις –το μεγαλύτερο μέρος εξ΄ αυτών υπό την αιγίδα του Οργανισμού Προώθηση Εξαγωγικού Εμπορίου- συμμετείχαν στη φετινή έκθεση. Η μεγαλύτερη εθνική συμμετοχή αφορά στον τομέα των γενικών τροφίμων, όπως λάδι, ελιές και κονσερβοποιημένα ενώ σημαντική ήταν και η παρουσία στον τομέα των γαλακτοκομικών, στα είδη φούρνου και αρτοπαρασκευάσματα, στα ποτά καθώς και στα κατεψυγμένα.
Στο περίπτερο του ΟΠΕ υπήρχε για άλλη μια φορά ένας χώρος γευσιγνωσίας, στον οποίο οι έλληνες εκθέτες μπορούσαν να προσκαλέσουν τους πελάτες τους να γευθούν την αυθεντική και υγιεινή ελληνική κουζίνα που ετοιμαζόταν «ζωντανά» από κορυφαίους έλληνες μάγειρες. Livecooking υπήρχε όμως και στο χώρο των καταψυγμένων αλιευμάτων όπου Έλληνας σεφ μαγείρευε, ενημερώνοντας παράλληλα τους ενδιαφερόμενους για τα υλικά που χρησιμοποιεί αλλά και τους τρόπους παρασκευής των προϊόντων.
Αλλαγή νοοτροπίας
Η ποιοτική αναβάθμιση της ελληνικής συμμετοχής στην Anuga είναι κάτι παραπάνω από εμφανής τα τελευταία χρόνια και δεν περιορίζεται μόνον στην εικόνα και την προβολή των ελληνικών προϊόντων. Υπάρχει αλλαγή νοοτροπίας, είπε προς την DeutscheWelle η Κατερίνα Αναγνωστοπούλου, από τη διεύθυνση Marketing & Εκθέσεων του ΟΠΕ: «Νομίζω ότι έχουμε ξεφύγει από τη νοοτροπία που υπήρχε ίσως πριν πολλά χρόνια, δηλαδή να κάνουμε μια εξαγωγή, να βγάλουμε χρήματα και να εξαφανιστούμε από την αγορά, δυσφημίζοντας το ελληνικό προϊόν και τους Έλληνες. Όλοι στοχεύουν πλέον στο πώς θα πάνε μπροστά, ελπίζουν στη συνέχεια. Αν περπατήσεις μέσα στο ελληνικό περίπτερο, δεν θυμίζει σε τίποτα τους παλιούς χρόνους».
Όταν για παράδειγμα οι έλληνες ελαιοπαραγωγοί προτιμούσαν να πουλήσουν χύμα το προϊόν τους στην Ιταλία, όπως υπογραμμίζει ο Γιώργος Οικονόμου, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου: «Ουσιαστικά όλες αυτές τις δεκαετίες η Ελλάδα δεν εξήγαγε ελαιόλαδο, απλά μας το αγόραζαν οι Ιταλοί. Αντιλαμβάνεστε ότι είναι μια διαφορετική, δυστυχώς, έννοια. Έρχεται κάποιος και στο παίρνει, επειδή το χρειάζεται ως πρώτη ύλη και εμείς δίνουμε ουσιαστικά τα όπλα μας στους ανταγωνιστές μας για να μας πολεμάνε μετά. Αυτό που πρέπει να γίνει και αποτελεί και στόχο του ΣΕΒΙΤΕΛ είναι να δώσουμε προστιθέμενη αξία στο επώνυμο, τυποποιημένο ελαιόλαδο».
Οι αμαρτίες του παρελθόντος
Οι «αμαρτίες του παρελθόντος» στις ελληνικές εξαγωγές δεν αφορούν όμως μόνον στο ελαιόλαδο, παραδέχεται ο Χαράλαμπος Καρκούλιας, από την βιομηχανία γάλακτος Χελμός: «Δυστυχώς στενοχωρήσαμε πάρα πολύ, πολύ κόσμο, εμπορικό κόσμο στην εξαγωγή. Είπαμε πολλά ψέματα σαν παραγωγοί, δώσαμε φέτα που δεν ήταν φέτα, δημιουργήσαμε προβλήματα στις συσκευασίες, δεν δώσαμε σωστά τυριά, σωστά προϊόντα, δεν είχαμε σωστό σέρβις και διανομή. Αυτά που συνάντησα ήταν, ‘ένας Έλληνας ακόμη που σε κάτι θα μας κοροϊδέψει’. Αυτό ήταν το μεγάλο λάθος και θέλει κόπο για να αλλάξει».
Αυτός ο κόπος όμως των τελευταίων χρόνων και η μεγάλη προσπάθεια των ελλήνων παραγωγών να προβάλουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των προϊόντων τους έχει ήδη αρχίσει να αποδίδει καρπούς, όπως δείχνει και η μεγάλη προσέλευση των επισκεπτών στα ελληνικά περίπτερα.
Π. Τατούλης: Έμφαση στην ποιότητα και το design
Αλλαγή νοοτροπίας διαπιστώνει και ο περιφερειάρχης Πελοποννήσου Πέτρος Τατούλης που επισκέφθηκε την έκθεση και ο οποίος μίλησε στο μικρόφωνο της DW: «Πρώτον, (οι έλληνες παραγωγοί) έχουν διασφαλίσει την ποιότητα και βελτιώνουν συνεχώς την ποιότητα των προϊόντων μας. Και δεύτερον, εκεί όπου υστερούσε πάντα η εξαγωγική προσπάθεια της χώρας μας, ήταν στο design της τυποποίησης και της μεταποίησης. Σήμερα είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος και ικανοποιημένος γιατί βλέπω ότι τα προϊόντα της Πελοποννήσου, οι μικρομεσαίες, οικογενειακές επιχειρήσεις της Πελοποννήσου δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν στο επίπεδο του ανταγωνισμού».
Στόχος της επίσκεψης του κ. Τατούλη είναι όχι μόνον να ενισχύσει την παρουσία των πελοποννησιακών επιχειρήσεων στην έκθεση αλλά και να συνεχίσει τις επαφές της περιφέρειας με πολιτικούς παράγοντες της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας, όπως δήλωσε στη DW. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η συνάντηση που είχε στην Anuga με την Ανγκέλικα Σβαλ-Ντούρεν, υπουργό Ομοσπονδιακών Υποθέσεων, Ευρώπης και Μέσων Ενημέρωσης του κρατιδίου. Ο κ. Τατούλης και η γερμανίδα υπουργός περιηγήθηκαν στα ελληνικά περίπτερα και είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με έλληνες εκθέτες αλλά και να δοκιμάσουν ελληνικές γεύσεις. Μιλώντας στη DW η Ανγκέλικα Σβαλ-Ντούρεν δήλωσε ενθουσιασμένη: «Είμαι ενθουσιασμένη γιατί οι Έλληνες παρουσιάζουν τα προϊόντα τους με έναν εκπληκτικό τρόπο, καλό και ελκυστικό design ενώ τα ίδια τα προϊόντα –είχα την ευκαιρία να δοκιμάσω αρκετά- έχουν μια εξαιρετική ποιότητα. Γι΄ αυτό ελπίζω οι έλληνες επιχειρηματίες να βρουν εδώ νέους επιχειρηματικούς συνεργάτες προκειμένου να επωφεληθούν από την παρουσία τους στην Anuga αλλά και για να μπορούμε εμείς οι Γερμανοί εδώ να απολαμβάνουμε στο μέλλον όλο και περισσότερο τα θαυμάσια αυτά προϊόντα».
Γ. Χατζημαρκάκης: «Η ελληνική παρουσία έχει αλλάξει 100%»
Σημαντικές διαφορές με το παρελθόν διαπιστώνει και ο πρόεδρος του Γερμανοελληνικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου και ευρωβουλευτής των γερμανών Φιλελευθέρων Γιώργος Χατζημαρκάκης. Ο ίδιος επισκέπτεται τακτικά τη συγκεκριμένη έκθεση, έχοντας δουλέψει μάλιστα σε αυτή όσο ήταν ακόμη φοιτητής:
«Από τότε έχει αλλάξει η εμφάνιση της ελληνικής παρουσίας 100 %. Το μάρκετινγκ είναι διαφορετικό, ένα ενιαίο μάρκετινγκ το οποίο λέγεται ‘TastelikeGreece’, «Γεύση Ελλάδας», το οποίο μου αρέσει πολύ. Δένει την ελληνική παρουσία και την ανεβάζει σε ένα επίπεδο το οποίο μου θυμίζει Ιταλία, μου θυμίζει άλλες μεσογειακές χώρες οι οποίες είναι προχωρημένες λόγω της εμπειρίας που έχουν. Θα την προσπεράσουμε την Ιταλία με αυτή την προσπάθεια που βλέπω εδώ. Δεν έχω δει ποτέ τόσο κόσμο στα ελληνικά περίπτερα τα τελευταία χρόνια και μου κάνει εντύπωση. Φαίνεται ότι έχει ακουστεί ότι υπάρχει μια μεγάλη αλλαγή προς την ποιότητα στην Ελλάδα και για να πούμε και την αλήθεια, αυτή είναι η μόνη λύση».
Τα ελληνικά προϊόντα φαίνεται λοιπόν να κερδίζουν το στοίχημα της ποιότητας και να ανακτούν την χαμένη τους αξιοπιστία. Το ζητούμενο τώρα είναι να βρουν τρόπους προκειμένου να διεισδύουν και να κερδίσουν τις μεγάλες αγορές του εξωτερικού.
Κώστας Συμεωνίδης
Υπεύθυνος σύνταξης: Στέφανος Γεωργακόπουλος