Ο Βίλι Μπραντ γεννήθηκε πριν από 100 χρόνια (18.12.1913) στη Λυβέκη, την πρωτεύουσα της Χάνσας. Γειτονιά του ήταν το Σαντ Λόρεντς, εκτός των τειχών της κραταιάς πόλης της Βαλτικής, μια εργατική συνοικία με φθηνά ενοίκια και γεμάτη ανέργους.
Ήταν το νόθο παιδί μιας πωλήτριας που η σκληρή καθημερινότητα την συνέθλιβε, και δεν ήταν σε θέση να αφοσιωθεί στην ανατροφή του γιού της. Αυτό το καθήκον ανέλαβε ο πατριός της Λούντβιχ Φραμ. Σε αυτόν ο μικρός Χέρμπερτ Ερνστ Καρλ Φραμ (μετέπειτα Βίλι Μπραντ) πήρε τα πρώτα ‘κοινωνικά μαθήματα’ για το συνδικάτο, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, για τους λιμενεργάτες, τις απεργίες και τη μιζέρια του προλεταριάτου στις αρχές του 20ου Αιώνα. Ο Μπραντ ήταν καλός μαθητής, εξαιρετικά συνεπές μέλος του συνδικάτου και ενεργό μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Λιγόλογος και ετοιμόλογος, πραγματικός ‘χανσεάτης’, προικισμένος με τις βορειογερμανικές αρετές: επιμονή, αυτοπειθαρχία, αυτοκυριαρχία, αλλά εύθικτος και ευπρόσβλητος. Αρετές που φάνηκαν σε όλο τους το μεγαλείο στη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας και κυρίως στην περίφημη συμβολική ‘γονυκλισία’ στο μνημείο του γκέτο της Βαρσοβίας. Όποιος παρατηρήσει καλά το ιστορικό φιλμ με το περιστατικό-ορόσημο θα διακρίνει στη γλώσσα του σώματος και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα όλες αυτές τις αρετές:
Ένας υψηλός, ευθυτενής Βίλι Μπραντ περπατάει κοιτώντας ίσια στο μνημείο, και ξαφνικά γονατίζει χωρίς λέξη, χωρίς δάκρυ, παγωμένος, σαν από μάρμαρο. Η πλάτη του μένει ίσια, αλύγιστη. Μόνο τα γόνατά του λυγίζουν. Επικρατεί απόλυτη σιωπή, δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ για μερικά δευτερόλεπτα τα χάνουν.
Με αυτή τη γονυκλισία αρθρώνει ο Βίλι Μπραντ τη δική του συγνώμη για το μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία άγος του γερμανικού λαού. Χωρίς λόγια, με την ατσάλινη σιωπή, με την οδύνη μιας κίνησης. Γι’ αυτή του τη συμβολική πράξη κατηγορήθηκε ως προδότης και για πολλοστή φορά ως άπατρις.
Και όμως πρόκειται για τη συγνώμη ενός αθώου και αμέτοχου, ενός αντιστασιακού και δημοκράτη που αγωνίστηκε κατά του ναζισμού.
Σήμερα, 18 Δεκεμβρίου, ανήμερα της γέννησης του Βίλι Μπραντ πρέπει να τον τιμήσουμε και εμείς ως Έλληνες μετανάστες, έστω και της 3ης γενιάς. Πρέπει να τον τιμήσουμε έστω με τη σκέψη μας. Διότι ο άνθρωπος αυτός στάθηκε στο πλευρό των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της χούντας, ως πολιτικός, αλλά και ως άνθρωπος.
Ας θυμηθούμε τουλάχιστον μια ‘ασήμαντη’ λεπτομέρεια: πώς μας τίμησε με μια επιστολή. Πρόκειται για την ιδιόχειρη απάντηση του Μπραντ στην Ομοσπονδία Ελλήνων Κοινοτήτων Γερμανία (ΟΕΚ), με αφορμή τα συγχαρητήρια της Ομοσπονδίας προς τον τότε καγκελάριο Βίλι Μπραντ για τη βράβευσή του με το Νόμπελ Ειρήνης.
Είχα την ευτυχία να πιάσω στα χέρια μου αυτό το γράμμα με τον γερμανικό θυρεό και τη διεύθυνση της καγκελαρίας, και να διαβάσω, όπως γράφει ιδιοχείρως ο καγκελάριος Βίλι Μπραντ, ότι από τέτοιες επιστολές σαν την συγχαρητήρια επιστολή των Ελλήνων μεταναστών ‘παίρνει θάρρος’ να συνεχίσει το έργο του. Δεν ξέρω να έγινε παρόμοια τιμή στην ΟΕΚ ή σε κάποια Κοινότητα τα τελευταία 55 χρόνια στη Γερμανία.
Πηγή: Βιογραφικά από τον Peter Merseburger, Willy Brandt, 1913-1992. Visionär und Realist. DVA, Stuttgart, 2002. Σχολιασμός: Βιβή Παπαναγιώτου